Γράφει ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΡΑΤΖΙΟΣ
* Το ερώτημα της σχέσης μας με τον χρόνο αποτελεί ταυτόχρονα μυστήριο αλλά και πρόβλημα. Μας καλεί από τα μύχια βάθη της ύπαρξης και μας βασανίζει σε κάθε όψη της καθημερινότητάς μας. Η εντελώς σύγχρονη μορφή του προβλήματος του χρόνου -το εκπληκτικό γεγονός ότι οι συνθήκες της σύγχρονης ζωής μας αποστραγγίζουν από κάθε μεστό (πλήρες) νοήματος χρόνο- είχε ήδη αρχίσει να εξελίσσεται σε επιδημία. Σχεδόν όλοι μας, ακόμα και τα μικρά παιδιά είχαν πέσει θύματα αυτής της νέας φτώχειας, αυτής της πενίας για χρόνο.
Πλημμυρισμένοι από καταναλωτικά αγαθά, πλημμυρισμένοι από νέες και ευρηματικές μορφές χρήματος (αλλά και υπότην σκιά του χρέους, που ολοένα πύκνωνε), πλημμυρισμένοι από τους καρπούς μιας ολοένα και πιο γρήγορα αναπτυσσόμενης τεχνολογίας, λέγοντας την ίδια στιγμή στον εαυτό μας πως είμαστε καλύτερα από τότε, αρχίσαμε σταδιακά να αντιλαμβανόμαστε πως δεν ζούμε πλέον τη ζωή μας. Αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε πως οι ζωές μας ζούσαν εμάς. Και αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε πως η σχέση μας με το χρόνο είχε γίνει τόσο τοξική, ακριβώς επειδή έχουμε ξεχάσει πώς να φέρνουμε στην καθημερινή μας ζωή, το ουσιαστικό ερώτημα του ποιος είμαι και τι πρέπει να είναι ο άνθρωπος, από πού προέρχομαι και που πηγαίνω. Χάσαμε λοιπόν την επαφή μας με το μυστήριο του χρόνου, με το μυστήριο δηλαδή της ανθρωπιάς μας, της ύπαρξής μας, της ζωής και του θανάτου μας.
Ο Αριστοτέλης συνέδεσε τον χρόνο με το φαινόμενο της κίνησης. Ο Νεύτωνας θεώρησε το χρόνο διάρκεια που κυλά ομοιόμορφα, είναι απεριόριστος και δεν έχει πάντα σχέση με την κίνηση αλλά υπάρχει καθαυτός. Το πρόβλημα του χρόνου, αντιμετώπισε εντελώς διαφορετικά ο Καντ δεχόμενος ότι ο χρόνος υπάρχει στη συνείδησή μας πρωτού έρθει η συνείδηση σε επαφή με την εμπειρία, και συνίσταται στην επόπτευση της διαδοχής των παραστάσεών μας. Δέχεται επίσης, ότι ο χρόνος συνδέεται με την κίνηση και αναφέρεται στα πράγματα, όχι όμως άμεσα αλλά έμμεσα, μέσω παραστάσεων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν τα πράγματα στη συνείδησή μας. Ο χρόνος κατά τον Καντ είναι καθαρή μορφή εποπτείας, που υπάρχει a priori, βρίσκεται μέσα στη συνείδησή μας, δεν σχηματίζεται από το φαινόμενο της κίνησης των πραγμάτων που παρατηρούμε στην εμπειρία.
Κατά τον Γάλλο Μπερξόν ο χρόνος είναι καθαρή διάρκεια και όταν ο χρόνος ταυτίζεται ή συνδέεται με τον χώρο τότε στατικοποιείται. Ο Πλάτωνας και άλλοι είδαν τον χρόνο ως κομμάτι της αιωνιότητας συνδεόμενος συνάμα με τον αισθητό κόσμο και τις κινήσεις των υλικών σωμάτων. Όταν πάψει να υπάρχει υλικός κόσμος θα πάψει να υπάρχει και χρόνος. Η αιωνιότητα δεν ταυτίζεται με προέκταση του χρόνου στο άπειρο.
Ζούμε σ’ έναν πολιτισμό που μας παγιδεύει εξαναγκάζοντάς μας να κάνουμε πάρα πολλά πράγματα, να αναλαμβάνουμε πάρα πολλές ευθύνες, να αντιμετωπίζουμε πάρα πολλές δυνατότητες επιλογών και να λέμε «ναι» σε πάρα πολλές ευκαιρίες. Παρόλο που έχουμε φθάσει στο τέλος ενός αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκαν μεγάλες εφευρέσεις με στόχο την εξοικονόμηση χρόνου συνεχίζουμε να μην έχουμε χρόνο. Όπως σημειώνει ο Τζέριμι Ρίφκιν (Time Wars Henry Holt and Company, 1987 σελις 13), «έχουμε περικυκλώσει τους εαυτούς μας με τεχνολογικές συσκευές που μας εξοικονομούν χρόνο, και το αποτέλεσμα είναι να κατακλυζόμαστε από σχέδια που δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε, προγράμματα που δεν μπορούμε να τηρήσουμε». Πρόκειται για ένα νέο είδος φτώχειας, τη φτώχεια της αφθονίας μας. Είναι ο λιμός μας, ο λιμός ενός πολιτισμού που επέλεξε τα αντικείμενα αντί για το χρόνο, τον εξωτερικό αντί για τον εσωτερικό κόσμο.
Έτσι το πρόβλημα του χρόνου έχει γίνει το πλέον επώδυνο ζήτημα της εποχής μας και ένα από τα βασικότερα προβλήματα στην ελληνική πολιτική σκηνή. Πολιτικοί, δημοσιογράφοι, αναλυτές ξεχνούν ότι οι πολιτικές αποφάσεις δεν αφορούν μόνο το τι κάνουμε στους επόμενους μήνες (ή εβδομάδες) αλλά και πώς ως κοινωνία αντιμεταθέτουμε κόστη και οφέλη μεταξύ του παρόντος χρόνου και του μέλλοντος. Ο δανεισμός, για παράδειγμα, αποτυπώνει το πώς αντισταθμίζει η κοινωνία μας τη σημερινή κατανάλωση και ευμάρεια με τα δυνητικά βάρη σε επόμενα χρόνια ή γενεές. Η «γενναιοδωρία» των αμοιβών και των συντάξεων, η δυνατότητα των διοικητών ΔΕΚΟ να κάνουν δωράκια στον εαυτό τους της τάξεως των 500 εκατ. δραχμών, η «ασέλγεια» της συνδικαλιστικής ηγεσίας (τύπου ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ) στο δημόσιο χρήμα κλπ, έχει να κάνει τόσο με την κοινωνική πολιτική του σήμερα όσο και με το πόσο προστατεύουμε τη σημερινή γενιά ασφαλισμένων εις βάρος της επομένης. Το μέλλον συχνά ανταγωνίζεται το παρόν και η πολιτική διαχειρίζεται το πώς. Σε πολλές χώρες υπάρχει γενικευμένη συζήτηση για «δια γενειακές πολιτικές» και πολιτική ανάλυση για το πώς μπορούμε να αντισταθμίσουμε τη σημερινή διαβίωση με το κληροδοτούμενο μέλλον.
Στην Ελλάδα οι πολιτικοί φαίνεται ότι φοβούνται να αντιμετωπίσουν τέτοια ακανθώδη ζητήματα. Προτιμούν να σπρώχνουν την ανάλυση των επιπτώσεων των επιλογών μας σε βάθος χρόνου, κάτω από το χαλί, κατά τη σοσιαλιστική/ αριστερή πεπατημένη. Οι δυνατότητες που μας δόθηκαν από τα διαρθρωτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πακέτα Ντελόρ κλπ) αρχικά, και από τον φθηνό δανεισμό μέσω του ευρώ μετέπειτα έδωσαν στους Έλληνες την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να εστιάζουν το παρόν με το μέλλον. Και οι πολιτικοί μας μεγάλωσαν με μια ολοένα πιο βραχυπρόθεσμη αντίληψη με τη βοήθεια της ανεπαρκούς και τρισάθλιας δημοσιογραφίας, η οποία (δημοσιογραφία) φέρει και ιστορικές ευθύνες για τη σημερινή κατάντια. Η έλλειψη μιας ραχοκοκαλιάς από μόνιμα στελέχη στη Δημόσια Διοίκηση (του τύπου Διοικητής - Επιτελής, που ισχύει στις Ένοπλες Δυνάμεις) και η υποκατάστασή τους με ένα μεταφερόμενο θίασο σχετικών συμβούλων που γνωρίζουν τον βραχύβιο ορίζοντα της ζωής τους στο κάθε υπουργείο σφράγιζε την αποκλειστική και ολοένα πιο καταστρεπτική έμφαση στο σήμερα και άγνοια του αύριο. Μαζί τους εξαφανίστηκε και ο μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός. Γι’ αυτό και σε ανοιχτή επιστολή μου προς τον Πρόεδρο της ΝΔ κ. Αντώνη Σαμαρά, με ημερομηνία 8 Απρ. 2012, πέραν των άλλων επισημαίνεται, στη δεύτερη σελίδα της, εμφαντικά «ότι κάποτε η Ελλάδα είχε ραχοκοκαλιά Δημόσιας Διοίκησης. Διέθετε γενικούς διευθυντές που ήταν ακομμάτιστοι μακριά από τις επάρατες συνδικαλιστικές φατρίες και κατά κοινή ομολογία αδιάφθοροι». Και από την απαντητική επιστολή του (με ημερομηνία 25/4/2012 και αριθμό πρωτοκόλλου 766) προκύπτει ο θετικός προβληματισμός του.
Σήμερα πληρώνουμε ακριβά την έλλειψη της στοιχειώδους πρόνοιας για το μέλλον. Έχοντας κυριολεκτικά φάει τη σάρκα μας, ειδικά στον τομέα της Δημόσιας Διοίκησης καλούμεθα να προωθήσουμε μια εκ βάθρων αναδιάρθρωση. Βέβαια, με τη λογική της αβάστακτης σήμερα λαϊκής οδύνης, του σαδιστικού βασανισμού αθώων από κοινωνικά κακουργήματα κατά συρροή των διοικούντων, η λεκτική χυδαιότητα μοιάζει ασήμαντο πταίσμα. Αλλά στο πεδίο της πολιτικής, η κλίμακα αξιολόγησης της βαρύτητας των εγκλημάτων είναι διαφορετική.
***
Όποιος επιθυμεί να σκεφτεί σοβαρά για τη φύση του χρόνου πρέπει να μελετήσει οπωσδήποτε την επιχειρηματολογία του μεγάλου φιλόσοφου του Διαφωτισμού, του Εμμανουήλ Καντ, «η Κριτική του Καθαρού Λόγου». Είναι το κυριότερο βιβλίο του πάνω στο θέμα αυτό αν και παρουσιάζει πολλές δυσκολίες ανταμείβει όμως τον αναγνώστη.
proinoslogos.gr
28/8/13
No comments:
Post a Comment
Only News